- κοβαλτίνης
- Ορυκτό, θειοαρσενικούχο άλας κοβαλτίου. Ο χημικός του τύπος είναι COAsS και ανήκει στους περίπλοκους θειοαρσενίτες. Κρυσταλλώνεται στο κυβικό σύστημα και υπάρχει σε μορφή κυβικών κρυστάλλων ή και πιο περίπλοκων σχηματικών συνδυασμών. Το χρώμα του είναι κιτρινόλευκο με ελαφρώς ρόδινη απόχρωση και είναι αδιαφανές με μεταλλική λάμψη. Έχει σκληρότητα 5,5 στην κλίμακα των ορυκτών και ειδικό βάρος 6-6,4 gr/cm3. Συναντάται σε επιφανειακά κοιτάσματα μαζί με πυριτίτη, πυρίτη, αρσενοπυρίτη, χαλκοπυρίτη και άλλα θειούχα ορυκτά. Ο κ. είναι ένα από τα πιο σπουδαία μεταλλεύματα για την εξαγωγή του κοβαλτίου, των κραμάτων και των ενώσεών του. Βρίσκεται άφθονο στη Νορβηγία και τη Σουηδία, όπου γίνεται εκμετάλλευση του κ. ως μετάλλευμα κοβαλτίου. Ο κ. λέγεται και κοβαλτίτης.
Δείγμα κοβαλτίνη, ορυκτού που συναντάται σε αφθονία στη Noρβηγία και στη Σουηδία, όπου γίνεται εκμετάλλευσή του ως μεταλλεύματος κοβαλτίου.
* * *ο(ορυκτ.) ο κοβαλτίτης*.[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. cobaltine < cobalt- (πρβλ. κοβάλτιο) + κατάλ. -ine (< λατ. -inus)].
Dictionary of Greek. 2013.